Εισαγωγή
Στη Δυτική κοινωνία γίνονται συχνά αναφορές περί φυσιολογικού και μη, όχι μόνο εντός καθημερινών συναθροίσεων και συζητήσεων, αλλά και εντός του επιστημονικού πλαισίου. Ένα τέτοιο ζήτημα δεν αφορά μόνο τον τομέα της υγείας, καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που ερχόμαστε αντιμέτωποι με τέτοια περιστατικά εντός του σχολικού περιβάλλοντος, του εργασιακού χώρου και του οικογενειακού οίκου. Θα μπορούσαμε, εν ολίγοις, να πούμε, ότι η συζήτηση γύρω από την έννοια του φυσιολογικού υπάρχει εκεί που υπάρχουν άνθρωποι, δηλαδή μέσα στην κοινωνία. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάποια επιστήμη που μπορεί να δώσει έναν ορισμό και εν μια νυκτί να εμβολιστούμε όλοι με αυτόν και να πάψουν οι αντιθέσεις. Υποψιάζομαι, πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει, εφόσον οι άνθρωποι είμαστε τόσο διαφορετικοί μεταξύ μας και ο καθένας κουβαλάει τις πεποιθήσεις του και βλέπει τα πάντα με μια μοναδική και ξεχωριστή ματιά.
- Τί θα μπορούσε να οριστεί ως φυσιολογικό; Υπάρχει; Ποια μορφή έχει;
Στην ψυχιατρική παλεύουν πολλά χρόνια να ορίσουν με ακρίβεια τον ορισμό ψυχική υγεία και πιο συγκεκριμένα τι θεωρείται υγεία και τι διαταραχή. Εδώ νομίζω πως εντάσσεται η έννοια περί φυσιολογικού. Μήπως όταν κάποιος είναι ψυχικά υγιής θεωρείται φυσιολογικός και όταν παρουσιάζει κάποια διαταραχή, δεν είναι; Οι χαρακτηρισμοί φυσιολογικός-κανονικός καλύπτουν σαν ένα αόρατο πέπλο τη Δύση, κυρίως τις μεσογειακές χώρες και φυσικά διαφέρουν από πολιτισμό σε πολιτισμό (Παπαταξιάρχης & Παραδέλλης, 2006).
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ) ορίζει την ψυχική υγεία ως “η κατάσταση ευεξίας όπου κάθε άτομο αντιμετωπίζει με επιτυχία τα προβλήματα της ζωής, μπορεί να εργαστεί παραγωγικά και να συμμετέχει ενεργά στο κοινωνικό του περιβάλλον και όχι απλά η απουσία ενός προβλήματος ή μιας «διαταραχής»” (Ματθαίου, Ε, 2017).
Σε μια γρήγορη επεξεργασία της πέμπτης αναθεωρημένης έκδοσης του DSM, δεν αναφέρεται κάπου ο ορισμός της ψυχικής υγείας ή της «φυσιολογικής» προσωπικότητας. Αντί αυτού, παρατηρούμε ορισμό για τη ψυχική διαταραχή, όπου χαρακτηριστικά πρόκειται για μια συμπεριφορά που συνδέεται άμεσα με κάποια δυσφορία, ανησυχία ή ανικανότητα. Ειδικότερα, για να χαρακτηριστεί μια συμπεριφορά μη φυσιολογική χρειάζεται να λάβουμε υπόψη μας, πόσο σπάνια είναι στατιστικά, κατά πόσο παραβιάζει τα κοινωνικά πρότυπα, αν υπάρχει ψυχολογική δυσφορία ή δυσλειτουργία και το βαθμό που αυτή η συμπεριφορά είναι απροσδόκητη (Μαδιανός, 2006).
Ως απόρροια των προαναφερθέντων η ύπαρξη ενός απόλυτου δίπολου μεταξύ μιας υγιούς και μιας διαταραγμένης συμπεριφοράς ή προσωπικότητας δεν είναι εύκολη υπόθεση.
- Ιατρικό μοντέλο ψυχοπαθολογίας
Η μελέτη και ενασχόληση ασυνήθιστων, δυσλειτουργικών και οδυνηρών ψυχολογικών καταστάσεων αποτελούν τη σημασία της ψυχοπαθολογίας (Sommerbeck, 2005). Ωστόσο, πολλά εγχειρίδια δεν αναφέρουν την προσωποκεντρική προσέγγιση ως μια θεραπευτική μέθοδο των χρόνιων ψυχολογικών παθήσεων. Κάτι τέτοιο προκύπτει από τη στάση της προσέγγισης έναντι του ιατρικού μοντέλου, όπου σύμφωνα με τον Schmid, (2005) η προσωποκεντρική δεν υιοθετεί το ιατρικό μοντέλο για την κατανόηση της ψυχοπαθολογίας. Για την ψυχιατρική ισχύει το μοτίβο πως μια διαταραχή, είτε την έχει κάποιος είτε όχι, ναι μεν μια τέτοια θεώρηση μπορεί να εξυπηρετεί νομικούς ή ιατρικούς σκοπούς, αλλά στην επιστημονική κοινότητα δεν είναι πάντα εφικτός ο εντοπισμός μιας ασυνέχειας μεταξύ φυσιολογικού και μη. Αυτό συμβαίνει, διότι για κάποιους υπάρχει μια πολύ λεπτή και συχνά αιρούμενη γραμμή μεταξύ κανονικού και μη (Sanders, 2005).
Πρέπει να παραδεχτούμε, ότι ο όρος ψυχική διαταραχή πλέον έχει διαστάσεις ασθένειας, καθώς το ιατρικό μοντέλο μετατρέπει την έννοια της ψυχικής δυσφορίας σε ψυχική ασθένεια. Στην επιστήμη της ψυχιατρικής ως ψυχικές παθήσεις ορίζονται εκείνες που τα διαγνωστικά τους κριτήρια μοιάζουν με εκείνα των σωματικών παθήσεων (Μαδιανός, 1983). Αν ταχθούμε υπέρ της άποψης, ότι οι ψυχικές διαταραχές είναι ασθένειες, θα χρειαστεί να μιλάμε με ιατρικούς όρους και φυσικά να χρησιμοποιούμε ένα σύστημα ταξινόμησης για τα συμπτώματα και τις θεραπείες. Αυτό πρέπει να γίνει, γιατί αυτή είναι η λειτουργία του ιατρικού μοντέλου, που αντιμετωπίζει τις ψυχικές και τις σωματικές παθήσεις με τον ίδιο τρόπο. Είναι απαραίτητο, όμως, να γίνεται στην αρχή μια διάγνωση με βάση τα συμπτώματα του ασθενούς με απώτερο σκοπό να διαχωριστεί η προκύπτουσα πάθηση από οποιαδήποτε άλλη, αλλά και να ακολουθηθεί μια κατάλληλη θεραπεία (Αναγνωστόπουλος & Λαζαράτου & Ρότσικα, 2013). Για παράδειγμα ο διαχωρισμός και το ξεκαθάρισμα αν υπάρχει κατάθλιψη ή μετατραυματικό στρες σε κάποιον ασθενή, είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας για έναν ψυχίατρο ή ψυχολόγο, αφού η καθεμία διαταραχή απαιτεί διαφορετική θεραπεία. Η χρήση των διαγνωστικών κριτηρίων DSM βοηθά σε μεγάλο βαθμό τη λήψη απόφασης από τον ειδικό, σύμφωνα με την κλινική εικόνα και τις ταξινομήσεις, για να βρεθεί η σωστότερη θεραπευτική αντιμετώπιση (Wilkins, 2005).
Απώτερος στόχος της ψυχιατρικής είναι να προσφέρει στον ασθενή μια κατάσταση «ευημερίας» μέσω της χορήγησης φαρμακευτικής αγωγής. Η όποια αγωγή θα παρεμβεί στον οργανισμού του ασθενούς και θα μειώσει ή θα εξαφανίσει εντελώς τα συμπτώματα της περίεργης, κατά τα πρότυπα, συμπεριφοράς. Μια τέτοια πρακτική θεωρείται παραβιαστική, διότι ναι μεν ο γιατρός φροντίζει για το καλό του πάσχοντος ώστε να θεραπευτεί, αλλά δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη η κρίση του πελάτη για το τι είναι καλό για τον ίδιο. Αναμφίβολα ο ψυχίατρος είναι ο ειδικός να προσδιορίσει τη ψυχική διαταραχή και να κάνει τη διάγνωση σύμφωνα με την κλινική εικόνα και το ιστορικό που θα συλλέξει μέσα από την επαφή του με τον ασθενή, όμως κάτι τέτοιο γίνεται με βάση τα συμπτώματα που έχουν οριστεί για την κάθε διαταραχή. Με αυτό τον τρόπο είναι σαν να αποδίδουν στον καθένα μια ίδια διάγνωση με κάποιον άλλο, επειδή παρουσιάζουν ίδια συμπτώματα. Χάνεται έτσι η μοναδικότητα της κάθε ύπαρξης και του βιώματος της κάθε κατάστασης (Αναγνωστόπουλος & Λαζαράτου & Ρότσικα, 2013)
- Προσωποκεντρικό μοντέλο ψυχοπαθολογίας
Η προσωποκεντρική προσέγγιση αποτελεί μέρος των ανθρωπιστικών προσεγγίσεων. Διαφοροποιείται, έτσι, από το επικρατέστερο μοντέλο της ιατρικής επιστήμης, αλλά και από τις άλλες δύο μεγάλες ομάδες προσεγγίσεων, τις ψυχοδυναμικές και τις γνωστικό-συμπεριφορικές. Το κοινό στοιχείο που πηγάζει από τη σύγκριση των τριών αυτών προσεγγίσεων είναι η πεποίθηση πως ο άνθρωπος έχει μια εγγενή τάση πραγμάτωσης που τον οδηγεί σε ένα ολοένα και μεγαλύτερο επίπεδο ανάπτυξης, και απελευθέρωσης, όταν και αν το περιβάλλον του το επιτρέπει. Συχνά, το κοινωνικό περιβάλλον όμως δεν είναι ιδιαίτερα σύμφωνο και βοηθητικό όσον αφορά την ανάπτυξη των ανθρώπων. Ως αποτέλεσμα αυτού εμφανίζονται φαινόμενα ψυχοπαθολογίας, όπου σύμφωνα με τη βασική θεώρηση της προσέγγισης προκύπτουν από την ενσωμάτωση των όρων αξίας στην αυτοαντίληψη του ατόμου και συγκεκριμένα των αρνητικών όρων αξίας (Rogers, 1957).
Μια από τις λειτουργίες της τάσης πραγμάτωσης του ατόμου είναι ο διαχωρισμός ενός τμήματος της εμπειρίας σε επίγνωση της ύπαρξης και λειτουργικότητας ως οντότητα. Στην περίπτωση που η εμπειρία και το βίωμα του εαυτού αξιολογείται από τους «θετικούς» άλλους ως αξία, θετική αναγνώριση και αποδοχή, τότε η αυτό-αποδοχή του ατόμου γίνεται ευάλωτη σε ανάλογες αξιολογήσεις. Όταν μια εμπειρία του εαυτού δεν γίνεται αποδεκτή, αρχικά, από τους άλλους και στη συνέχεια απορρίπτεται και από το ίδιο το άτομο, τότε ένας όρος αξίας έχει ενσωματωθεί. Η απόρροια αυτής της ενσωμάτωσης είναι η απομάκρυνση του ατόμου από τις οργανισμικές του εμπειρίες και η πορεία του προς τις εσωτερικές συγκρούσεις και την ψυχολογική οδύνη (Rogers, 1959).
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Αναγνωστόπουλος, Δ., Λαζαράτου, Ε. & Ρότσικα, Β. (2013). Σύγχρονη Ψυχιατρική. Αθήνα: ΒΗΤΑ.
Μαδιανός, Μ. (2006). Κλινική Ψυχιατρική. Αθήνα: Καστανιώτης.
Μαδιανός, Μ. (1983). Κοινωνική και Κοινοτική Ψυχιατρική στην Ελλάδα (1979-1983). Αθήνα: Εκδόσεις Πανεπιστημίου Αθηνών.
Παπαταξιάρχης, Ε., Παραδέλλης, Θ. (2006). Ταυτότητες και Φύλο στη Σύγχρονη Ελλάδα. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Rogers, C. R. (1959). A theory of therapy, personality and interpersonal relationaships as developed in the client-centered framework. Psychology: A Study of a science, 3, 184-256.
Rogers, C. R. (1957). The necessary and sufficient conditions of therapeutic personality change. Journal of Counsulting Psychology, 21(2), 95-103.
Sanders, P. (2005). Principled and strategic opposition to the medicalisation of dissress and all of its apparatus. In S. Joseph and R. Worsley (ed.), Person-Centred Psychopathology: a positive psychology of mental health. United Kingdom:PCCS books.
Sommerbeck, L. (2005). The complementarity between client-centred therapy and psychiatry: the theory and the practise. In S. Joseph and R. Worsley (ed.), Person-Centred Psychopathology: a positive psychology of mental health. United Kingdom: PCCS books.
Wilkins, P. (2005). Person-centred theory and “mental illness”. In S. Joseph and R. Worsley (ed.), Person-Centred Psychopathology: a positive psychology of mental health. United Kingdom: PCCS books.