- Ροτζεριανή θεραπευτική πρακτική
Προς αποφυγή συγκρούσεων και οδυνών χρειάζεται ένα ασφαλές και μη επικριτικό περιβάλλον, που δημιουργείται μέσω της ενσυναίσθησης, της άνευ όρων θετικής ανταπόκρισης του πελάτη και της αυθεντικότητας του θεραπευτή, των πυρηνικών συνθηκών, δηλαδή, της προσωποκεντρικής προσέγγισης. Βαρύνουσα σημασία δίνεται στη στάση του θεραπευτή, η οποία ουσιαστικά αποτελεί το κλειδί για τη θεραπευτική σχέση, αλλά και για την τήρηση των στοιχείων της προσέγγισης. Τα βασικά αυτά στοιχεία είναι η τάση πραγμάτωσης, η φαινομενολογία, η μη κατευθυντικότητα, η αντιμετώπιση του ανθρώπου ως ολότητα και η μη διάγνωση.
Μέσα από τη φαινομενολογία, ο θεραπευτής προσπαθεί να κατανοήσει τον εσωτερικό κόσμο του πελάτη, το δικό του μοναδικό βίωμα, την πραγματικότητα και το πλαίσιο αναφοράς του. Όλα αυτά είναι οι αλήθειες του, που χρειάζεται να κατανοηθούν και να αντιμετωπιστούν θετικά από τον θεραπευτή με σκοπό να δουλέψουν από κοινού (Rogers, 1951). Στο εξωτερικό πλαίσιο αναφοράς, όμως, της ιατρικής επιστήμης αυτό που έχει σημασία είναι ο εντοπισμός, ο ορισμός, η εξήγηση και η διάγνωση της κλινικής εικόνας του ατόμου. Επί παραδείγματι η κατάθλιψη, που ορίζεται ως διαταραχή διάθεσης κατά την οποία το άτομο αποκτά αρνητική εικόνα για τον εαυτό του, το ιατρικό μοντέλο μετέρχεται τα ταξινομητικά κριτήρια DSM ή/και ICD με σκοπό να γίνει η διάγνωση και να βρεθεί η κατάλληλη θεραπεία. Στον αντίποδα, η προσωποκεντρική αποφεύγει τη χρήση διαγνωστικών ταμπελών και την ταξινόμηση των ανθρώπων με βάση τα συμπτώματα. Κάτι τέτοιο θεωρείται πρόβλημα στην αυθεντική σχέση μεταξύ θεραπευτή και πελάτη, δημιουργεί ανισότητα μεταξύ τους, με τον θεραπευτή αυτόματα να γίνεται ο «ειδήμων» και ο πελάτης «αβοήθητος» και «εξαρτημένος». Η προσέγγιση θεωρεί τη διάγνωση ως μοχλό κατάταξης του ατόμου σε μια κατηγορία που θα του κατατεθεί η ταμπέλα «καταθλιπτικός» και θα προάγεται έτσι το λανθασμένο πρότυπο, πως όλοι όσοι έχουν διαγνωστεί με Μείζων Καταθλιπτική Διαταραχή είναι ίδιοι μεταξύ τους. Μια τέτοια άποψη διαγράφει αυτόματα τη μοναδικότητα και τον αγώνα του καθενός. Τέτοιες πρακτικές είναι εντελώς αποκλειόμενες από την ροσωποκεντρική, που εστιάζει στην κατανόηση της μοναδικής εμπειρίας του κάθε θεραπευόμενου (Rogers, 1959). Ο προσωποκεντρικός σύμβουλος-θεραπευτής έχει ως στόχο την κατανόηση του βάθους του πελάτη και όσα ο ίδιος βιώνει και φέρνει μέσα στη θεραπεία για την δυσπροσαρμοστικότητα του. Το αφήγημα είναι αυτό που φέρνει κοντά τα άτομα της θεραπευτικής σχέσης, με το θεραπευτή να εικάζει πως ο καθένας που έρχεται αντιμέτωπος με την κατάθλιψη, για παράδειγμα, τη βιώνει εντελώς διαφορετικά. Αυτό προσφέρει μια ανοιχτότητα, η οποία επιτρέπει να φανούν διάφορες εμπειρίες συνδεόμενες με τη διαταραχή και θα πρέπει πάντα κάθε υπόθεση του θεραπευτή να επιβεβαιώνεται από τον ίδιο τον πελάτη (Schneider & Stiles, 1995).
Όπως σε κάθε προσέγγιση πρέπει να εξετάζεται η στάση της αντίστοιχης θεωρίας θεραπείας απέναντι στη φύση του ανθρώπου έτσι και για την προσωποκεντρική θεμελιώδες στοιχείο αποτελεί η τάση πραγμάτωσης. Ειδικότερα, ορίζεται ως μια βιολογική τάση με κύριο σκοπό τη βιολογική διαφοροποίηση και πραγμάτωση των δυνατοτήτων του οργανισμού. Η συγκεκριμένη ανθρωποκεντρική θεώρηση αντιτίθεται προς άλλες θεωρίες, οι οποίες διατηρούν μια αρνητική στάση για την ανθρώπινη φύση και θεωρούν πως ο μοναδικός τρόπος για μια δημιουργική ζωή είναι ο περιορισμός των ορμών και των παρορμήσεων που οδηγούν σε μια καταστροφή του εαυτού (Bohart, 2007). Θα πρέπει να ξεκαθαριστεί πως δεν πρόκειται για μια απλή θετική θεώρηση της ανθρώπινης φύσης αλλά για μια συσχέτιση των δυνατοτήτων του ανθρώπου, θεωρώντας πως μπορούν να εκφραστούν όταν βρίσκεται ένα περιβάλλον κατάλληλο, που αποτρέπει τη μη έκφραση τους. Σε αυτό το σημείο, ακριβώς, στοχεύει και η θεραπευτική διαδικασία, που προσπαθεί να απελευθερώσει αυτές τις δυνατότητες του ατόμου και να περιορίσει τα όποια εμπόδια υπάρχουν ή θα προκύψουν (Sommerbeck, 2005).
Σύμφυτη με την τάση πραγμάτωσης είναι η μη κατευθυντική στάση του προσωποκεντρικού συμβούλου-θεραπευτή. Αυτή η στάση αφορά τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη στην ικανότητα του κάθε ατόμου να προσδιορίζει, όπως ο ίδιος βιώνει, την ύπαρξη του. Αποτελεί, επίσης, μία από τις βασικές αρχές της προσέγγισης, που για να επιτευχθεί, θα πρέπει να έχει γίνει πρώτα αποδεκτή η δημιουργική τάση πραγμάτωσης του ανθρώπου. Επιπλέον, θα πρέπει να θεωρείται αυτονόητη και η μη παρέμβαση σε αυτή την τάση. Πρακτικά, η εφαρμογή αυτής της αρχής σχηματίζει και τη στάση του προσωποκεντρικού θεραπευτή-συμβούλου απέναντι στον εκάστοτε πελάτη (Rogers, 1959). Πιο αναλυτικά, η στάση του θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από αναγνώριση και θετική ανταπόκριση της φύσης και της εμπειρίας του πελάτη. Κάτι τέτοιο οδηγεί στο συμπέρασμα πως ο άνθρωπος βρίσκεται συνεχώς σε μια διαδικασία ανάπτυξης και ωρίμανσης και δεν είναι μια μηχανή που χρειάζεται επισκευή και επιδιορθώσεις. Μέσα από αυτό η θεραπεία χαρακτηρίζεται ως επούλωση, η οποία συμβαίνει μέσα από μία ανθρώπινη σχέση, χωρίς καμία παρέμβαση και ασεβή αντιμετώπιση συμπτωμάτων και συμπεριφορών (Rogers, 1957).
Μία περαιτέρω πτυχή της προσέγγισης είναι ότι χαρακτηρίζεται από μια ολιστικότητα, εφόσον βλέπει το άτομο να δρα ως ένα ενιαίο σύνολο με τη συμπεριφορά του να είναι αποτέλεσμα της επίδρασης του συνόλου των βιολογικών, διανοητικών και ψυχικών παραγόντων. Οι διαστάσεις αυτές χρειάζονται να έχουν ισότιμο χώρο για να τοποθετηθούν εντός της θεραπευτικής διαδικασίας. Αυτή η θέση παρουσιάζει μεγάλη απόκλιση από την ιατρική θέαση των πραγμάτων, η οποία επικεντρώνεται στην υλική, φυσική και σωματική διάσταση του ανθρώπου (Sanders, 2005).
- Αιτίες ψυχικής δυσπροσαρμοστικότητας σύμφωνα με την προσωποκεντρική
Ο Rogers ανέπτυξε τη θεωρία προσωπικότητας και ενέταξε μέσα τις 19 θεωρήσεις-προτάσεις του. Ορμώμενος από αυτές ανάγει την δυσπροσαρμοστικότητα στην εσωτερίκευση των όρων αξίας κατά την παιδική και εφηβική ηλικία και στην ασυμφωνία μεταξύ οργανισμικής ανάγκης και αυτοεικόνας. Αναλυτικότερα, η άμεση σχέση του παιδιού και εφήβου με το οικογενειακό περιβάλλον και το σχολικό πλαίσιο διαμορφώνει υπό όρους την αυτοεικόνα τους. Στη φυσική συνέχεια της ζωής οι αποκτημένες εμπειρίες που δεν συμπεριλαμβάνονται σε αυτή την αυτοεικόνα, οδηγούν στην άρνηση και διαστρέβλωση τους και φυσικά σε ασυμφωνία με τον ίδιο τον εαυτό (Rogers, 1959).
Σχετικά με τα αίτια, λοιπόν, γίνεται αναφορά πως η ασυμφωνία μεταξύ εμπειρίας και αυτοεικόνας, ίσως οφείλεται στην αδυναμία του ατόμου να συμβολοποιήσει, και να επικοινωνήσει τις εμπειρίες του. Δεν μπορεί, δηλαδή, να τις κατανοήσει, να τις αποδεχθεί ως δικές του και γι’ αυτό παρουσιάζει άμυνες. Η ασυμφωνία, όμως, προκαλεί έντονη εσωτερική ένταση.
Σε περιπτώσεις περιορισμένης αυτοεικόνας και απουσίας επαφής με τις οργανισμικές ανάγκες, η προκύπτουσα ασυμφωνία γνωστοποιείται μέσα από αποδιοργανωμένη συμπεριφορά, τρόπο σκέψης και διαδικασίες που χαρακτηρίζονται με όρους από το ιατρικό πλαίσιο, ως νεύρωση, διαταραχή προσωπικότητας έως και ψύχωση (Wilkins, 2005). Οι σύμβουλοι-θεραπευτές είναι σε θέση να κατανοήσουν πολλές συμπεριφορές που παρουσιάζουν συμπτώματα παθολογίας, αρκεί να δουν τον τρόπο που αυτές αναπτύσσονται και να αποδεχθούν ότι οι διαταραχές είναι ένας τρόπος επιβίωσης αυτών των ανθρώπων που προσπαθούν να πάρουν την αποδοχή. Αυτή η θετική αποδοχή από τους άλλους παρουσιάζεται ως ο ακρογωνιαίος λίθος της προσωπικής ανάπτυξης του ανθρώπου. Αν, όμως, η πραγματοποίηση της επιδιώκεται σε βάρος της οργανισμικής αξιολόγησης, τότε θα προκύψει η εμφάνιση κάποιας διαταραχής (Mearns & Thorne, 2007).
Θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο, ότι οι ψυχικές διαταραχές παρουσιάζουν πολλές μορφές, οι οποίες ίσως απορρέουν από τη φύση των όρων αξίας που κυριαρχούν και έχει βιώσει το άτομο με το δικό του προσωπικό και μοναδικό τρόπο. Ακόμη, ιδιαίτερη σημασία δίνεται στον τρόπο διαχείρισης της σύγκρουσης των όρων αξίας με τον εαυτό καθώς και η συσχέτιση των προαναφερθέντων με κληρονομικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς παράγοντες (Bohart, 2017).
Κατά τον Warner (2005) αλλά και γενικά οι σύγχρονοι θεωρητικοί προσδιορίζουν την ασυμφωνία ως μια δυσκολία του ατόμου να επεξεργαστεί και να νοηματοδοτήσει τις εμπειρίες του μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο όπου ζει. Αυτή η δυσκολία ονομάζεται διαταραχή. Μια τέτοια οπτική, θα έλεγα, πως συμβάλλει στη διεύρυνση της Ροτζεριανής προσέγγισης, δίνοντας μια εξήγηση παραπάνω για το πως βιώνει το κάθε άτομο την όποια δυσκολία του.
Ωστόσο, οι βασικές κατηγορίες των ψυχικών διαταραχών και η κατηγοριοποίηση τους από το χώρο της ψυχιατρικής, μπορούν να γίνουν κατανοητές και από τη θεωρία της προσωποκεντρικής προσέγγισης. Μολονότι, η προσέγγιση στέκεται ενάντια στη χρήση ταμπελών και διαγνώσεων, είναι σε θέση να αναγνωρίσει τις ψυχικές διαταραχές και να προσφέρει στον σύμβουλο-θεραπευτή τη δυνατότητα να κατανοήσει όσο γίνεται καλύτερα το πλαίσιο αναφοράς του πελάτη (Wilkins, 2005). Σύμφωνα με την Lambers (2007) η νεύρωση αναπτύσσεται εκεί όπου υπάρχουν ενδοβαλλόμενοι όροι αξίας και ένα εξωτερικό πλαίσιο αξιολόγησης καθώς και έλλειψη στοργής και αυτο-αποδοχής όταν το άτομο δε συμμορφώνεται με αυτούς τους όρους αξίας. Ως απόρροια τούτου διαστρεβλώνεται η εικόνα του εαυτού, τα συναισθήματα και το άτομο προτάσσει άμυνες, ώστε να επιβιώσει. Η ασυμφωνία, όμως, έχει ήδη εμφανιστεί! Αναφορικά με τη διαταραχή προσωπικότητας το άτομο εμφανίζεται με μια αρκετά μειωμένη ικανότητα να εκπληρώσει τη λειτουργία του ως κοινωνικό ον και επ’ αυτού διακατέχεται από μια δυσφορία και λύπη. Οι αιτίες αυτών ανάγονται από τον ίδιο στην ευθύνη του «σημαντικού άλλου» και ως εκ τούτου βρίσκονται εκτός του πεδίου ελέγχου του. Η ίδια η Lambers υπογραμμίζει πως ο λόγος ύπαρξης της συγκεκριμένης διαταραχής εντοπίζεται στην παραμέληση ή στην κατάχρηση εξουσίας εντός σημαντικών σχέσεων που ξεκινούν σε μικρή ηλικία. Δεν ξεχνάμε φυσικά και την ψύχωση,που ορίζεται ως μια διανοητική κατάσταση και χαρακτηρίζεται από την απόσυρση μεταξύ της φυσιολογικής επαφής, της πραγματικότητας και των επαφών με τους άλλους ανθρώπους. Παρατηρείται ότι επαναλαμβάνεται με κάποιος τρόπο η θέση του Rogers που βλέπει την ψύχωση ως μια κατάσταση αποσύνθεσης, καθώς καταρρέουν οι άμυνες, αλλά και ως μια ανάπτυξη ακραίων μορφών άμυνας όπως η παρανοϊκή και η κατατονική συμπεριφορά.
Μια άλλη άποψη, μέσα από τα μάτια του Bohart, είναι πως η ψυχοπαθολογία είναι αποτέλεσμα της αποτροπής της έμφυτης ικανότητας του ατόμου να αντιμετωπίζει όποια προβλήματα και δυσκολίες προκύψουν κατά τη διάρκεια της ζωής του. Κάτι τέτοιο συμβαίνει εξαιτίας των ενδοβαλλόμενων όρων αξίας που προκαλούν μια τάση προς την αυτοκριτική και κατά συνέπεια προς μια δυσλειτουργική συμπεριφορά (Bohart, 2017).
- Χτίζοντας γέφυρες
Ο Speierer (1996) επιχείρησε να γεφυρώσει τις θέσεις των δύο μεγάλων θεραπευτικών πρακτικών, εισάγοντας την έννοια “θεραπεία ασυμβατότητας“ και αναγνωρίζοντας 3 πηγές απόρροιας της, όπου με βάση αυτές το άτομο βλέπει τα πράγματα και τις καταστάσεις γύρω του αλλοιωμένα:
- Όροι αξίας
- Βιώματα
- Νευροβιολογικοί Παράγοντες
Μια άλλη προσπάθεια κατανόησης του ψυχιατρικού μοντέλου έγινε από την Warner (2001) που στρέφει την προσοχή της στην ικανότητα του ατόμου να συναντιέται με τις εμπειρίες και τα βιώματα του, να νοηματοδοτεί τα ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον και να τα επεξεργάζεται. Είναι γεγονός πως οι δυσκολίες των ανθρώπων αφορούν τόσο τους ίδιους όσο και τους άλλους ανθρώπους με τους οποίους έρχονται σε επαφή και σχετίζονται (οικογένεια, συνάδελφοι, φίλοι, θεραπευτές).
- Προσωποκεντρικά εργαλεία αντιμετώπισης της ψυχικής δυσπροσαρμοστικότητας
Μια ακόμα σημαντική διαφορά μεταξύ προσωποκεντρικής και ιατρικής επιστήμης είναι η τάση της πρώτης να αντίκειται στη διαγνωστικό μοντέλο. Η αμφισβήτηση του ιατρικού μοντέλου σχετίζεται περισσότερο με την τάση της ιατρικής να ανάγει τις αιτίες της ψυχικής δυσπροσαρμοστικότητας αποκλειστικά στους βιολογικούς παράγοντες. Χαρακτηριστικό είναι, επιπλέον, η αποφυγή της προσέγγισης να χρησιμοποιεί ταμπέλες και να κάνει διαγνώσεις, εφόσον αντικειμενοποιούν την ανθρώπινη εμπειρία. Ένα τέτοιο μοτίβο είναι ενάντια στις αρχές και τη φιλοσοφία της προσέγγισης, διότι έχοντας ως βασικές έννοιες την τάση πραγμάτωσης, τη φαινομενολογία, τη μη-κατευθυντικότητα και την ολιστικότητα, δεν θα ήταν εύκολο να υπάρχει μια διαδικασία αποδυνάμωσης του πελάτη, μη σεβασμού της ελευθερίας του και του δικαιώματος του να καθορίζει την ύπαρξη του. Κάτι, δηλαδή, που κάνει η διάγνωση (Mearns & Thorne, 2007). Η κυρίαρχη πεποίθηση της προσωποκεντρικής είναι η απλόχερη προσφοράς μιας θεραπευτικής διαδικασίας απορρέουσα από μια ανθρώπινη σχέση σεβόμενη πάντα το δικαίωμα του πελάτη προς την απελευθέρωση, τη θεραπεία χωρίς τη θυσία της προσωπικής του δύναμης και την εξουσία πάνω στον εαυτό του. Έτσι και αλλιώς δε συντρέχει λόγος διάγνωσης με σκοπό τη διαφοροποίηση της «κατάστασης» και της «διαταραχής» του πελάτη από την στιγμή που η προσέγγιση έχει το δικό της μοναδικό τρόπο θεραπείας. Το μόνο που χρειάζεται να υπάρχει είναι η προσπάθεια παροχής εκ μέρους του θεραπευτή-συμβούλου των απαραίτητων και επαρκών πυρηνικών θεραπευτικών συνθηκών, της ενσυναίσθησης, της θετικής ανταπόκρισης άνευ όρων και της αυθεντικότητας (Warner, 2005).
Συγκεκριμένα:
- Η ύπαρξη της θεραπευτικής σχέσης σηματοδοτεί τη επερχόμενη θεραπευτική αλλαγή και ταυτόχρονα θεωρείται το θεμέλιο της ανάπτυξης του ατόμου.Έμπρακτα, αποδεικνύεται, ότι σε περιπτώσεις πελατών με έντονη ψυχική διαταραχή π.χ σχιζοφρένεια, ως το πιο σημαντικό στοιχείο της ψυχοθεραπείας. Αυτή η διαπροσωπική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στο σύμβουλο-θεραπευτή και τον πελάτη, δημιουργεί ένα περιβάλλον ασφάλειας και εμπιστοσύνης. Εξου και ο Warner τονίζει τη λυτρωτική σημασία της θεραπευτικής σχέσης στις δυσκολίες των διαπροσωπικών σχέσεων του πελάτη (Wilkins, 2005).
- Η δυσπροσαρμοστικότητα, κατά την προσέγγιση, δημιουργείται εξαιτίας της ασυμφωνίας που βιώνει ο πελάτης και κατ’ επέκταση ο λόγος που οδηγείται στην αναζήτηση βοήθειας είναι η εσωτερική ένταση με την οποία έρχεται αντιμέτωπος. Όταν ο ίδιος δεν είναι σε θέση να έρθει σε ψυχολογική επαφή με τον εαυτό μου πρωτίστως και εν συνεχεία με τους υπόλοιπους, ο θεραπευτής μπορεί να καταλάβει αυτό που φαίνεται, αλλά όχι το μήνυμα που κρύβεται στο πλαίσιο αναφοράς του πελάτη. Εφόσον, λοιπόν, η ασυμφωνία προκαλείται από ενδοβαλλόμενους όρους αξίας, η παροχή της αυθεντικότητας από το θεραπευτή κρίνεται άκρως σημαντική. Όταν ο θεραπευτής θα εκφράσει το αληθινό του πρόσωπο, αυτόματα θα δημιουργηθεί το κατάλληλο κλίμα μέσα στο οποίο ο πελάτης θα μπορέσει να κοιτάξει σε βάθος το σημείο που βρίσκεται και να βρει το δρόμο προς την αλλαγή. Επιπλέον, το γνήσιο πρόσωπο δημιουργεί μια ισοτιμία μέσα στη σχέση, με το θεραπευτή να βγαίνει από το ρόλο του ειδικού και τον πελάτη να γίνεται ο ίδιος υπεύθυνος για τη μοναδικότητα του (Rogers, 1951).
- Η άνευ όρων θετική ανταπόκριση στο πλαίσιο αναφοράς του πελάτη δείχνει το γεγονός ότι ο θεραπευτής σέβεται το αφήγημα και το βίωμα στο οποίο γίνεται μάρτυρας. Αυτή η κατανόηση και η αποδοχή βοηθούν τον πελάτη να αποβάλλει τις όποιες άμυνες, εφόσον νιώθει ότι δεν κινδυνεύει να κριθεί αρνητικά. Με τον ίδιο τρόπο μπορεί άνετα να εκφράσει συναισθήματα και σκέψεις, που μπορεί να μην έχει εκφράσει ποτέ ξανά και σε κανέναν. Εν ολίγοις, ακούγεται πλέον δυνατά η δική του φωνή και η δική του ματιά πάνω σε διάφορες καταστάσεις. Ορμώμενος από αυτό το σημείο, θα μπορέσει να δει τον εαυτό του, να τον αποδεχθεί σε όλο το φάσμα του, να κατανοήσει τους επιβεβλημένους όρους αξίας, να δώσει το δικό του νόημα στις εμπειρίες του και να φτάσει στην ανάπτυξη-αλλαγή και στην αυτοπραγμάτωση (Cooper, O’Hara, Schmid & Wyatt, 2007).
- Η ενσυναίσθηση του θεραπευτή, αυτό το δώρο να μπορεί να καταλαβαίνει ακριβώς τη βιωμένη εμπειρία του πελάτη, προσφέρει στον τελευταίο τη δυνατότητα να κατανοήσει καλύτερα τον εαυτό του. Αυτό συμβαίνει μέσω του καθρεφτίσματος των συναισθημάτων του πελάτη σε συνδυασμό πάντα με την αυθεντικότητα του θεραπευτή (Rogers, 1959).
- Η επαφή του πελάτη με την αυθεντικότητα, την άνευ όρων θετική αναγνώριση και την ενσυναίσθηση του θεραπευτή, αυξάνει τις πιθανότητες να μπορεί να σχετιστεί και να νοηματοδοτήσει με τον καλύτερο τρόπο τα βιωμένα συναισθήματα του (Rogers, 1957).
Αλληλεπιδρώντας αποδεκτικά, ενσυναισθητικά και αυθεντικά με εκείνον που βιώνει μια δυσπροσαρμοστικότητα στην ψυχική του υγεία, του δείχνεις έναν τρόπο να ζει χωρίς να απειλείται και να φοβάται να εκφράσει αυτό που πραγματικά νιώθει. Με αυτό τον τρόπο μπαίνει σε μια διαδικασία να ψάξει τι είναι αυτό που θέλει να πετύχει, με ποιο τρόπο θα το κάνει και σε ποιο χρόνο.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Bohart, A. (2017). A client-centered perspective on ”psychopathology”. Person-centered and Experential Psychotherapies, Vol. 16, No. 1, 14-26.
Mearns, D., Thorne, B. (2007). Person-Centered Counselling in Action, 3rd Edition. United Kingdom: Sage.
Rogers, C. R. (1959). A theory of therapy, personality and interpersonal relationaships as developed in the client-centered framework. Psychology: A Study of a science, 3, 184-256.
Rogers, C. R. (1957). The necessary and sufficient conditions of therapeutic personality change. Journal of Counsulting Psychology, 21(2), 95-103.
Rogers, C. R. (1951). Client-Centered Therapy. London: Constable & Company Ltd.
Sanders, P. (2005). Principled and strategic opposition to the medicalisation of dissress and all of its apparatus. In S. Joseph and R. Worsley (ed.), Person-Centred Psychopathology: a positive psychology of mental health. United Kingdom:PCCS books.
Schmid, P. F. (2005). Authenticity and alienation: towards an undertanding of the person beyond thw categories of order and disorder. In S. Joseph and R. Worsley (ed.), Person-Centred Psychopathology: a positive psychology of mental health. United Kingdom: PCCS books.
Schneider, C. K., & Stiles, W. B. (1995). A person-centered view of depression: Women’s experiences. Person-Centered Journal, 2, 67-77.
Sommerbeck, L. (2005). The complementarity between client-centred therapy and psychiatry: the theory and the practise. In S. Joseph and R. Worsley (ed.), Person-Centred Psychopathology: a positive psychology of mental health. United Kingdom: PCCS books.
Warner, M. S. (2005). A person-centered view human nature, wellness and psychopathology. In Joseph, S, and Worsley, R. (ed.), Person-Centered Psychopathology: a positive Psychology Mental Health. United Kingdom: PCCS Books.
Wilkins, P. (2005). Person-centred theory and “mental illness”. In S. Joseph and R. Worsley (ed.), Person-Centred Psychopathology: a positive psychology of mental health. United Kingdom: PCCS books.